νεκυομαντεῖον

νεκυομαντεῖον
νεκῠο-μαντεῖον, [dialect] Ion. [suff] νεκῠο-ήϊον, τό,
A oracle of the dead, where ghosts were called up, Hdt.5.92. ή, Cic.Tusc.1.16.37, D.S.4.22, Plu.Cim.6, Paus.9.30.6: in pl., PMag.Lond.121.285.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • νεκυομαντείον — νεκυομαντεῑον, ιων. τ. νεκυομαντήϊον, τὸ (Α) το νεκρομαντείο, το μαντείο όπου προσκαλούσαν τα πνεύματα τών νεκρών για να μαντεύσουν τα μέλλοντα. [ΕΤΥΜΟΛ. < νέκυς, υος «νεκρός» + μαντεῖον] …   Dictionary of Greek

  • νεκυομαντεῖον — oracle of the dead neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νεκρός — ή, ό, θηλ. και ά (ΑΜ νεκρός, ά, όν) 1. αυτός που στερήθηκε τη ζωή, πεθαμένος («χελώνην ποὺ νεκρὰν εὑρών», Λουκιαν.) 2. αυτός που δεν έχει ζωτικότητα ή κίνηση, αδύνατος, άτονος, αδρανής (α. «να σέ σφίξω απεθυμάω, μα το χέρι είναι νεκρό», Σολωμ. β …   Dictionary of Greek

  • νεκυώριον — και νεκύωρον, τὸ (Α) (κατά τον Ησύχ.) «νεκυομαντεῑον». [ΕΤΥΜΟΛ. < νέκυς «νεκρός» + ὥρα «εξέταση, σκέψη, φροντίδα»] …   Dictionary of Greek

  • νεκυομαντήιον — νεκυομαντήϊον , νεκυομαντεῖον oracle of the dead neut nom/voc/acc sg (ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”